ινβάρ

ινβάρ
(invar). Εμπορική ονομασία κράματος σιδηρονικελίου (36%), το οποίο χαρακτηρίζεται από πολύ μικρό συντελεστή θερμικής διαστολής για θερμοκρασίες που απέχουν λίγο από τη συνηθισμένη θερμοκρασία. Το ι. ανακαλύφθηκε από τον Γάλλο φυσικό Σαρλ Γκιγιόμ και χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή οργάνων μέτρησης μεγάλης ακριβείας (ένας κανόνας από ι. επιμηκύνεται και επιβραχύνεται κατά 35 μικρά, όταν η θερμοκρασία μεταβάλλεται κατά 10°C). Το ι., που έχει συντελεστή θερμικής διαστολής ίσο με μηδέν για θερμοκρασίες μεταξύ +100°C και -50°C, χρησιμοποιείται για την κατασκευή οργάνων μέτρησης, διαπασών, προτύπων σύγκρισης, ελατηρίων χρονομέτρων και ρολογιών κ.ά.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ρολόι — Όργανο που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση του χρόνου. Όλες οι μέθοδοι για τη μέτρηση του χρόνου βασίζονται στη χρησιμοποίηση κάποιας κανονικής κίνησης με την οποία η διαφορά χρόνου μετατρέπεται σε διαφορά διαστήματος που διακρίνεται εύκολα. Το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”